-
05 ΦΕΒ 15
Έλεγχος θυρεοειδούς
Ο θυρεοειδής αδένας είναι κομβικό όργανο στη ρύθμιση του μεταβολισμού. Οι ορμόνες που παράγει (Τ3 και Τ4) προσλαμβάνονται από όλα τα κύτταρα του οργανισμού και ρυθμίζουν τον μεταβολικό τους ρυθμό. Η υπερλειτουργία του αδένα, η υψηλή δηλαδή παραγωγή Τ3 και Τ4 συσχετίζεται με νευρικότητα, κακό ύπνο, υπέρταση, ταχυκαρδία, υπερβολική εφίδρωση, τρόμο στα χέρια, σύγχυση, ανεξήγητη απώλεια βάρους κ.α.
Η υπολειτουργία του στην αντίθετη περίπτωση, συσχετίζεται με βραδυκαρδία, αίσθηση κόπωσης, υπνηλία, σύγχυση, νευρικότητα, αύξηση βάρους κ.ά.
Οι εξετάσεις που προτείνονται είναι η μέτρηση των :
- Τ3 (τριϊωδοθυρονίνη), fT3 (ελεύθερη τριϊωδοθυρονίνη), T4 (θυροξίνη), fT4 (ελεύθερη θυροξίνη): οι παραγόμενες από τον θυρεοειδή ορμόνες και τα βιολογικά δραστικά κλάσματά τους.
- TSH (θυρεοτρόπος ορμόνη): η εγκεφαλική ορμόνη που ρυθμίζει τη λειτουργία του θυρεοειδούς, από τη μέτρηση της οποίας εξάγονται συμπεράσματα για την υπο/υπερ-λειτουργία του.
- Αnti-TPO (αντιθυρεοειδικά αντισώματα), anti-TG (αντιθυρεοσφαιρινικά αντισώματα: τα κύρια αντιθυρεοειδικά αντισώματα. Οι αναλύσεις μπορούν να προβλέψουν αρχόμενη υπολειτουργία του αδένα και χρησιμοποιούνται για τη διαπίστωση της θυρεοειδίτιδας Hashimoto και της ασθένειας Graves.
- Θυρεοσφαιρίνη (TG), καλσιτονίνη (CT), CEA (καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο): δείκτες με τους οποίους μπορούν να ανιχνευθούν νεοπλασίες και καρκινώματα στον αδένα. Οι αναλύσεις προτείνονται σε περιπτώσεις που υπάρχουν ενδείξεις νεοπλασματικού νοσήματος.
Για τις εξετάσεις του θυρεοειδούς δεν απαιτείται συγκεκριμένη προετοιμασία ή κάποια ιδιαίτερη δίαιτα, καθότι οι τροφές δεν επηρεάζουν ούτε τη λειτουργία του αδένα αλλά ούτε και τις αναλύσεις καθεαυτές. Η αιμοληψία μπορεί να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε ώρα της ημέρας.
Προσοχή χρειάζεται μόνο για άτομα που βρίσκονται σε αγωγή για το θυρεοειδή, καθώς δε θα πρέπει να έχουν πάρει τα φάρμακά τους πριν την αιμοληψία, εκτός εάν υπάρχουν διαφορετικές οδηγίες από τον ιατρό.
-
Σχετικές εξετάσεις
-
Έλεγχος αναιμιών
Οι αναιμίες μπορούν να προέλθουν κυρίως από : χρόνια νοσήματα, πχ νεοπλασίες απώλεια αίματος (κυρίως από το γαστρεντερικό) κακή διατροφή – έλλειψη αιμοποιητικών στοιχείων (π.χ.παρατεταμένες δίαιτες σε ζωϊκά παράγωγα) δυσπλασία – απλασία του μυελού – αιματολογικά νοσήματα (π.χ. Κληρονομικές αιμοσφαιρινοπάθειες, όπως μεσογειακή αναιμία ή “στίγμα”, δρεπανοκυτταρικη αναιμία, κληρονομική σφαιροκυττάρωση) παρατεταμένη ακινησία νεφρική ανεπάρκεια αυτοάνοσα νοσήματα χρήση φαρμάκων
-
Έλεγχος δυσλιπιδαιμιών (χοληστερίνες) – Καρδιαγγειακού κινδύνου – Υπέρτασης – Θρομβοφιλίας
Τα λιπίδια και οι χοληστερίνες ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τη σταδιακή στένωση των αγγείων, απειλώντας έτσι έμμεσα με αποφρακτικές νόσους κυρίως την καρδιά (με έμφραγμα του μυοκαρδίου) τον εγκέφαλο (κίνδυνος εγκεφαλικού) καθώς επίσης και τους πνεύμονες (κίνδυνος πνευμονικής εμβολής). Η διαδικασία του «χτισίματος» των αγγείων από αθηρωματικές πλάκες είναι διαδικασία αργή και μακροχρόνια και
-
Έλεγχος θυρεοειδούς
Ο θυρεοειδής αδένας είναι κομβικό όργανο στη ρύθμιση του μεταβολισμού. Οι ορμόνες που παράγει (Τ3 και Τ4) προσλαμβάνονται από όλα τα κύτταρα του οργανισμού και ρυθμίζουν τον μεταβολικό τους ρυθμό. Η υπερλειτουργία του αδένα, η υψηλή δηλαδή παραγωγή Τ3 και Τ4 συσχετίζεται με νευρικότητα, κακό ύπνο, υπέρταση, ταχυκαρδία, υπερβολική εφίδρωση, τρόμο στα χέρια, σύγχυση, ανεξήγητη
-
Έλεγχος λοίμωξης στομάχου από το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού
Το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού μεταδίδεται εύκολα από άνθρωπο σε άνθρωπο εντεροστοματικά, ακόμη και μέσω του αερολύματος της εκπνοής. Έτσι, εάν ένα άτομο φέρει τη λοίμωξη, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι η λοίμωξη είναι παρούσα και στα δύο μέλη ενός ζευγαριού ή και σε όλα τα μέλη μιας οικογένειας. Η λοίμωξη θεραπεύεται απλά, με συνδυαστική φαρμακευτική αγωγή.
-
Έλεγχος σεξουαλικά μεταδιδόμενων ασθενειών
Τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα ελέγχονται προληπτικά, καθώς η μετάδοσή τους γίνεται τις περισσότερες φορές από άτομα που δεν έχουν αντιληφθεί ότι πάσχουν από αυτά. Αυτό συμβαίνει γιατί ο χρόνος για την εμφάνιση των κλινικών συμπτωμάτων και ενοχλήσεων κυμαίνεται από λίγους μήνες έως αρκετά χρόνια. Α’ Επίπεδο αναλύσεων, ιδιαίτερα επικίνδυνες λοιμώξεις : Ηπατίτιδες Β και C