• 05 ΦΕΒ 15

    Έλεγχος δυσλιπιδαιμιών (χοληστερίνες) – Καρδιαγγειακού κινδύνου – Υπέρτασης – Θρομβοφιλίας

    δυσλιπιδαιμιώνΤα λιπίδια και οι χοληστερίνες ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τη σταδιακή στένωση των αγγείων, απειλώντας έτσι έμμεσα με αποφρακτικές νόσους κυρίως την καρδιά (με έμφραγμα του μυοκαρδίου)  τον εγκέφαλο (κίνδυνος εγκεφαλικού) καθώς επίσης και τους πνεύμονες (κίνδυνος πνευμονικής εμβολής).
    Η διαδικασία του «χτισίματος» των αγγείων από αθηρωματικές πλάκες είναι διαδικασία αργή και μακροχρόνια και συσχετίζεται με τα επίπεδα των λιπιδίων στο αίμα. Γι’αυτό και οι χοληστερίνες χρησιμοποιούνται ως μακροχρόνιος δείκτης κινδύνου της αθηρωματικής νόσου.

    Για την εκτίμηση πιθανής δυσλιπιδαιμίας και τον υπολογισμό του βαθμού κινδύνου για στεφανιαία νόσο εξαιτίας της, απαιτείται η μέτρηση πολλαπλών παραμέτρων. Έτσι, προτείνεται η μέτρηση των :

    • Χοληστερίνη (Chol): αποτελεί το σύνολο της διατροφικής και ενδογενώς παραγόμενης χοληστερόλης από το ήπαρ.
    • Χοληστερίνη υψηλής πυκνότητας (HDL): η προστατευτική  «καλή» χοληστερίνη την οποία θέλουμε όσο το δυνατό υψηλότερη. Η ρύθμιση της γίνεται μέσα από καλή διατροφή και άσκηση, αλλά και με τη διακοπή του καπνίσματος.
    • Χοληστερίνη χαμηλής πυκνότητας (LDL): η βλαπτική «κακή» χοληστερίνη την οποία και ρυθμίζουμε κυρίως διατροφικά και στη συνέχεια φαρμακευτικά, εάν αυτό κριθεί απαραίτητο.
    • Χοληστερίνη πολύ υψηλής πυκνότητας (VLDL): τμήμα των χοληστερινών, το οποίο αξιολογείται ανεξάρτητα.
    • Τριγλυκερίδια (Trig): τα λιπίδια τα οποία εξαρτώνται ιδιαίτερα από τη διατροφή και τα λιπαρά που καταναλώνουμε. Υψηλές τιμές τους αξιολογούνται στην επιλογή υποχοληστερινικής θεραπείας.
    • Ολικά λιπίδια (Total lipids): το σύνολο των λιπιδίων τα οποία συσχετίζονται με αθηρωματική νόσο και τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
    • Αθηρωματικός δείκτης: η αναλογία της χοληστερίνης προς την HDL η οποία  δείχνει το βαθμό κατά τον οποίο η HDL προστατεύει τα αγγεία και την καρδιά από την επίδραση της χοληστερίνης.
    • Λιπορωτεΐνη-α [Lp(a)]: ανεξάρτητο λιπίδιο που αποτελεί πρόσθετο δείκτη κινδύνου αθηρωμάτωσης και καρδιαγγειακής νόσου.
    • Απολιποπροτεΐνη Α1 (Apo-A1): δίνει πληροφορίες για την προστατευτική ικανότητα της HDL.
    • Απολιποπρωτεΐνη Β (Apo-B και Apo-B100): δίνει πληροφορίες για τη βλαπτικότητα της LDL.
    • Απολιποπρωτεΐνη Ε (Apo-E): αξιολογείται για την εκτίμηση συγκεκριμένων τύπων δυσλιπιδαιμίας και την αποτελεσματικότητα φαρμακευτικής αγωγής με στατίνες.

    Σε όσους έχουν πρόβλημα δυσλιπιδαιμίας, συνιστάται  και ο έλεγχος καρδιαγγειακού κινδύνου, ειδικά σε περιπτώσεις που υπάρχει οικογενειακό ιστορικό καρδιοαγγειοπαθειών, ή εάν ο/η εξεταζόμενος/η είναι υπέρβαρος ή διαβητικός ή έχει υπέρταση ή είναι καπνιστής.


    Σαν προετοιμασία για την πρωίνή αιμοληψία και εξέταση, προτείνονται τα εξής :

    – να γίνει υποχρεωτικά λήψη γεύματος το προηγούμενο βράδυ.
    – η λήψη του τελευταίου γεύματος να γίνει μέχρι και 11-12 ώρες πριν την αιμοληψία.
    – το βραδινό γεύμα να έχει τα λιγότερα δυνατά ζωικά λιπαρά (εάν εμπεριέχει τυριά, λιπαρά γαλακτοκομικά και κρέατα).
    – το πρωί να μη γίνει λήψη γεύματος, παρά μόνο καφέ, με ελεύθερη κατανάλωση νερού.

Σχετικές εξετάσεις

  • Έλεγχος αναιμιών

    Οι αναιμίες μπορούν να προέλθουν κυρίως από : χρόνια νοσήματα, πχ νεοπλασίες απώλεια αίματος (κυρίως από το γαστρεντερικό) κακή διατροφή – έλλειψη αιμοποιητικών στοιχείων (π.χ.παρατεταμένες δίαιτες σε ζωϊκά παράγωγα) δυσπλασία – απλασία του μυελού – αιματολογικά νοσήματα (π.χ. Κληρονομικές αιμοσφαιρινοπάθειες, όπως μεσογειακή αναιμία ή “στίγμα”, δρεπανοκυτταρικη αναιμία, κληρονομική σφαιροκυττάρωση) παρατεταμένη ακινησία νεφρική ανεπάρκεια αυτοάνοσα νοσήματα χρήση φαρμάκων

  • Έλεγχος δυσλιπιδαιμιών (χοληστερίνες) – Καρδιαγγειακού κινδύνου – Υπέρτασης – Θρομβοφιλίας

    Τα λιπίδια και οι χοληστερίνες ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τη σταδιακή στένωση των αγγείων, απειλώντας έτσι έμμεσα με αποφρακτικές νόσους κυρίως την καρδιά (με έμφραγμα του μυοκαρδίου)  τον εγκέφαλο (κίνδυνος εγκεφαλικού) καθώς επίσης και τους πνεύμονες (κίνδυνος πνευμονικής εμβολής). Η διαδικασία του «χτισίματος» των αγγείων από αθηρωματικές πλάκες είναι διαδικασία αργή και μακροχρόνια και

  • Έλεγχος θυρεοειδούς

    Ο θυρεοειδής αδένας είναι κομβικό όργανο στη ρύθμιση του μεταβολισμού. Οι ορμόνες που παράγει (Τ3 και Τ4) προσλαμβάνονται από όλα τα κύτταρα του οργανισμού και ρυθμίζουν τον μεταβολικό τους ρυθμό. Η υπερλειτουργία του αδένα, η υψηλή δηλαδή παραγωγή Τ3 και Τ4 συσχετίζεται με νευρικότητα, κακό ύπνο, υπέρταση, ταχυκαρδία, υπερβολική εφίδρωση, τρόμο στα χέρια, σύγχυση, ανεξήγητη

  • Έλεγχος λοίμωξης στομάχου από το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού

    Το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού μεταδίδεται εύκολα από άνθρωπο σε άνθρωπο εντεροστοματικά, ακόμη και μέσω του αερολύματος της εκπνοής. Έτσι, εάν ένα άτομο φέρει τη λοίμωξη, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι η λοίμωξη είναι παρούσα και στα δύο μέλη ενός ζευγαριού ή και σε όλα τα μέλη μιας οικογένειας. Η λοίμωξη θεραπεύεται απλά, με συνδυαστική φαρμακευτική αγωγή.

  • Έλεγχος σεξουαλικά μεταδιδόμενων ασθενειών

    Τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα ελέγχονται προληπτικά, καθώς η μετάδοσή τους γίνεται τις περισσότερες φορές από άτομα που δεν έχουν αντιληφθεί ότι πάσχουν από αυτά. Αυτό συμβαίνει γιατί ο χρόνος για την εμφάνιση των κλινικών συμπτωμάτων και ενοχλήσεων κυμαίνεται από λίγους μήνες έως αρκετά χρόνια. Α’ Επίπεδο αναλύσεων, ιδιαίτερα επικίνδυνες λοιμώξεις : Ηπατίτιδες Β και C

Κλείστε ραντεβού